"Τον Σεπτέμβριο η Μπίμπι ερωτεύτηκε έναν ντράμερ. Τη νύχτα που τον γνώρισε, γύρισε σπίτι κλαίγοντας με λυγμούς, είπε, Θα σκάσω, θα σκάσω, τον θέλω τόσο που θα πεθάνω, και καταβρόχθισε ένα ολόκληρο κουτί σοκολατάκια με ρούμι. (...)
Είχε ερωτευτεί ένα αγόρι που σύχναζε στο αγαπημένο της μπαρ κι έπαιζε κρουστά με διάφορα συγκροτήματα της μόδας, τους Πλασμάτικς, είπε, και τους Ρούντις - η ουσία είναι πως από τη στιγμή που τον γνώρισε άρχισε να κλαίει και κάτι έπαθε η ψυχή της, κάτι που δεν μπορούσα να καταλάβω και που δεν μπορούσε να μου εξηγήσει. Κατέβαινε κάθε βράδυ στο Μπάουερυ και τον έβρισκε, και μια φορά που δεν τον βρήκε έκλαψε περισσότερο από όσο έκλαιγε τα βράδια που τον έβρισκε. (...)
Ο Ζαχαρίας δεν της τηλεφωνούσε σχεδόν ποτέ, αν και πράγματι της είχε τηλεφωνήσει μια-δυο φορές κι αυτό έκανε τα πράγματα ακόμα πιο αβέβαια. (...)
Αργά το επόμενο βράδυ εμφανίστηκε στην πόρτα ντυμένος στα μαύρα - τα μάτια του μου φάνηκαν τεράστια - έμοιαζε διαφανής - το δέρμα του είχε κολλήσει στα κόκκαλά του. Κάθισε αμίλητος στο δωμάτιο της Μπίμπι και την περίμενε να γυρίσει κοιτώντας τον ακάλυπτο χώρο απέναντι. Κι όταν γύρισε η Μπίμπι, τον βρήκε εκεί, μισοξαπλωμένο στο κρεβάτι της - και ήταν το πιο ευτυχισμένο πλάσμα στην πόλη κι έλαμπαν τα μάγουλά της και οι φακίδες της μαζί. Συνέχισε να φεγγοβολάει ως τα Χριστούγεννα. ούτε έκλαιγε, ούτε κατηγορούσε το χωριό της. κάθε βράδυ ξενυχτούσε στα κλαμπ με τον Ζαχαρία, κι όταν είχε το Όλντσμομπιλ πήγαιναν στο Χάρλεμ, στο "Κόττον Κλάμπ" και στου Βίνσεντ και άκουγαν τζαζ - οι φούστες της Μπίμπι κόντυναν και στένεψαν σε σημείο που δεν μπορούσε πια να περπατήσει. Ένιωθε ασυγκράτητα σέξυ: η Μπίμπι βρισκόταν στην καλύτερη στιγμή της. (...)
Το ωροσκόπιο έλεγε: Εξακολουθείτε να θέλετε να προσαρμόσετε τη ζωή στα όνειρά σας και όχι τα όνειρά σας στη ζωή."
κι ύστερα σκέφτηκα ένα βράδυ στον Ροδανό δίπλα να μιλάω στο τηλέφωνο μ' έναν από 'κείνους τους σοφούς ανθρώπους, που κυκλοφορούν ανάμεσα στους οικογενειακούς φίλους, που πρέπει να ρουφάς τον λόγο τους και παράλληλα να τα θυμάσαι όλα λέξη λέξη ώστε να προσπαθήσεις να τα απόκρυπτογραφήσεις αργότερα.
που με ρώτησε
"είσαι ευτυχής ή ευτυχισμένη;"
Αυτό το βιβλίο είναι από τα πολύ, πολύ αγαπημένα μου...
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσο για την ερώτηση του φίλου, δεν έχω λόγια...
Μ.
εντάξει εγώ απλά έχω να πω ότι όσο κι αν μισώ την λέξη "κάρμα", καμιά φορά τα γεγονότα και οι συμπτώσεις γελάνε πολύ μαζί μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήεντάξει, αυτό το ποστ με σόκαρε.
ΑπάντησηΔιαγραφήήθελα πολύ να βρω αυτό το απόσπασμα, θυμόμουν το "τον θέλω τόσο που θα πεθάνω" αλλά δεν το βρισκα γιατί το βιβλίο το 'χω δανείσει κι είναι λίγο awkward να το ζητήσω πίσω, αν και θα το κάνω, είναι το μόνο βιβλίο που έχω υπογραμμίσει με αιλάινερ.
ξέρεις κάτι ρε συ; τον θέλω τόσο που θα πεθάνω.
εμένα μου λες;;;
ΑπάντησηΔιαγραφήυπάρχει ακόμα ένα τέλειο απόσπασμα που έχω υπογραμμίσει αλλά το πάει λίγο αλλού και δεν ήθελα να τα μπλέξω.
"...κι ήμουν εκστατικά ευτυχισμένη και ανήσυχη και κατατρομαγμένη"
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι
"κι αποφάσισα πως ανάγκη δεν τον έχω,αλλά πως όλα είναι λιγότερο ωραία όταν λείπει"